προδότις

προδότις
προ-δότις, ιδος, fem. of προδότης,
A betrayer, E.Hel.834, 1148(lyr.), Ar.Th.393, Com.Adesp. 595; γῆς, φίλων, E.Med.1332, Hel.931.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • προδότις — betrayer fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προδότις — ιδος, ἡ, Α βλ. προδότης …   Dictionary of Greek

  • προδότι — προδότις betrayer fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προδότιδας — προδότις betrayer fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προδότιν — προδότις betrayer fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προδότης — ο, ΝΜΑ, και στον Ερωτόκρ. προδοτής, και θηλ. τ. προδότρια και προδότρα και προδότισσα, Ν, και θηλ. τ. προδότις, ιδος, Α [προδίδωμι] 1. αυτός που αθετεί όρκο ή ηθική αρχή ή υποχρέωση (α. «προδότης τού αγώνα» β. «προδότης τών ὅρκων», Λυσ.) 2. αυτός …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”